Τα παιδικα μας χρονια ειχαν δυο χρωματα... (vids)

Η γενιά του ’93, σίγουρα έχει πολλά πράγματα να θυμάται από την παιδική της ηλικία. Από τηλέφωνα Ericsson με ασπρόμαυρη οθόνη μέχρι «φιδάκι» και «γκρινιάρη». Οι πιο «αθλητικοί» τύποι όμως, θα έχουν για πάντα χαραγμένα στο μυαλό τους δύο χρώματα. Το πορτοκαλί και το μπλε. Γιατί; Διότι τα μεσημέρια των καθημερινών, εκεί γύρω στις 16:00, είχε «Ατρόμητους». Του Κώστα Τάτση.


Οι Ατρόμητοι λοιπόν, η ομάδα του κυρίου Λουτσέρο αρχικά και του Λίτο στη συνέχεια, ήταν η πρώτη μου αγάπη. Ήταν ο λόγος που το έπαιζα «αλήτης» και δεν κοιμόμουν τα μεσημέρια. Όταν -και καλά- έκλεινα τα μάτια μου μέχρι να κοιμηθεί ο παππούς ή η γιαγιά. Και όταν τους έπαιρνε ο ύπνος, άρπαζα το τηλεκοντρόλ λες και ήταν ΙΟΝ σοκολάτα και άνοιγα την τηλεόραση στην ΕΤ1.

Ήταν λες και γινόμουν... ένα με τους χαρακτήρες της σειράς. Προσωπικά, ναι μεν λάτρευα σαν θεούς όλους τους παίκτες, αλλά είχα ταυτιστεί με δύο πρόσωπα. Ο πρώτος ήταν ο Μπόκα. Ο τερματοφύλακας που έπιανε τα «άπιαστα» κι έτρωγε τα μπέργκερ το ένα μετά το άλλο. Ο δεύτερος χαρακτήρας ήταν ο κύριος Λουτσέρο. Ο καλύτερος προπονητής. Ο άνθρωπος που ακόμη κι αν έχαναν τα παιδιά, τους έλεγε πάντα την ίδια ατάκα. «Παίξτε, διασκεδάστε το, χαρείτε».

Φράση την οποία υιοθέτησα κι εγώ αργότερα σαν ομαδάρχης στις κατασκηνώσεις Διονύσου ΤΥΠΕΤ. Ο καλύτερος τρόπος για να διώξεις τον φανατισμό και να εξαίρεις την προσπάθεια και τη χαρά των παιδιών.



Ήμουν εκεί μαζί τους, στην Αργεντινή, σε κάθε μεγάλη διοργάνωση. Σε κάθε τελικό πρωταθλήματος. Στον τελικό του «Μουντιάλ» που σήκωσαν την κούπα. Χαιρόμουν με τα γκολ του Ταρούσα ο οποίος τραβούσε συνεχώς το μανίκι του προπονητή για να μπει αλλαγή. Αυτή μπορεί να αργούσε, όμως ο μικρός δικαίωνε πάντα τον κόουτς με ένα γκολ κάνοντας τον πανηγυρισμό που όλοι μας... βγάλαμε προς τα έξω, στο πρώτο μας γκολ.

Επίσης, ήμουν εκεί μαζί τους, όταν ο κύριος Λουτσέρο μπήκε στο νοσοκομείο έπειτα από πυροβολισμό στο σπίτι του αντίπαλου προπονητή. Η μέρα που οι «εχθροί» έγιναν φίλοι, δίνοντάς μας τροφή για σκέψη. Η μέρα που ο προπονητής των «Δυναμιτών», Αλφόνσο Βερούτι, αποφάσισε να δώσει αίμα για τον Ρόκι Λουτσέρο, τον οποίο μάλιστα μισούσε!

Ποτέ δεν θα ξεχάσω το γκολ του Ράτα, με πέναλτι, το οποίο έγραψε το 5-4 στον «σούπερ τελικό» μεταξύ Ατρόμητων και Φονιάδων. Ο «μαλλιάς» μόλις που είχε γυρίσει από τον τραυματισμό του. Επέμβαση στα νεφρά. Ο Λίτο του εμπιστεύθηκε το τελευταίο σουτ. Το έβαλε. Σιγά μην το ‘χανε θα μου πείτε. Οι καλοί πάντα νικούν. Όμως, τότε, δεν το ξέραμε.

Έτσι είναι λοιπόν. Σε κάθε χαρούμενη στιγμή. Σε κάθε άσχημη. Στις νίκες και στις ήττες. Στα μεγάλα γκολ και τις σπουδαίες αποκρούσεις. Στο νόημα της μεξικάνικης σειράς που άλλοτε έβγαινε και άλλοτε όχι. Στο τελευταίο χειροκρότημα. Αυτά τα χρόνια, τα αθώα, τα παιδικά, δεν τα αλλάζω με τίποτα...

Αρθρογράφος: Unknown

1 σχόλια :